ΣΥΝΩΜΟΤΙΚΗ ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΑ

Δημοσιεύτηκε στο Entêtement 

Φεβρουάριος 2022

«Φτωχή ψυχή, κουρασμένη και φτιασιδωμένη

περιπλανιόμαστε μεσ’ την οχλοβοή των δρόμων

αναλωμένοι από μια ζωή που δεν τη ζούμε.»

Τσέζαρε Παβέζε

Ζούμε σε μια από τις πιο καταπιεστικές εποχές, αυτό το ξέρουμε όλοι. Βρισκόμαστε κάτω από την απόλυτη κυριαρχία του καπιταλισμού και όλων των καταστροφών του, προφανώς, κάτω από την απόλυτη κυριαρχία της δημοκρατίας και του ολοκληρωτισμού της, προφανώς, κάτω από την απόλυτη κυριαρχία των εργαλείων και των τεχνικών της προπαγάνδας, προφανώς, κάτω από την απόλυτη κυριαρχία των μηχανισμών ελέγχου ολοένα αυξανόμενων, προφανώς. Ποτέ άλλοτε δεν ήμασταν σε τέτοιο βαθμό έρμαια της αλλοτρίωσης όσο σήμερα. Ποτέ άλλοτε δεν ήμασταν σε τέτοιο βαθμό έρμαια της χειραγώγησης και της προπαγάνδας όσο σήμερα. Ποτέ άλλοτε στην ιστορία δεν συνέβη μια τέτοια καθυπόταξη σωμάτων και ψυχών με τόσο αποτελεσματικό τρόπο. Όλα όσα υποφέρουμε εδώ και δυό χρόνια δεν είναι παρά μόνο η ενίσχυση μιας ιστορικής διαδικασίας. Αυτό μας βυθίζει σε μια κατάσταση ανημπόριας ενάντια σ’ ένα κόσμο που δεν σταματάει να μας εξουσιάζει, μια αυτοκρατορία, μια κυριαρχία της οικονομίας που ποτέ δεν ήταν τόσο τιτάνια. Τα σώματά μας, απέναντι σε τόσες επιθέσεις, γίνονται ολοένα και πιο αδύναμα, η όραση μας ελαττώνεται παραμορφωμένη απ’ όλα αυτά τα τεχνητά φώτα, από τις ώρες που περνάμε μπροστά στους υπολογιστές μας.  Καθεμία από τις αισθήσεις μας επηρεάζεται και καταστρέφεται από κάθε είδους ρύπανση που δέχεται, κάθε όργανο του σώματός μας καταστρέφεται από όλες αυτές τις σκατοτροφές που τρώμε, αποδυναμωνόμαστε από αυτόν τον κόσμο που έχτισαν για να μας κρατούν υποτελείς.  Η μνήμη μας φθίνει επίσης, εξασθενεί καταπονημένη από όλες αυτές τις οθόνες και τα δεδομένα που μας κατακλύζουν καθημερινά, γίνεται όλο και πιο δύσκολο να θυμηθούμε συγκεκριμένες αναμνήσεις, τόσο πολύ που παρασιτούμε σε χιλιάδες ασήμαντες και ηλίθιες πληροφορίες. Και πώς να μην μιλήσουμε, δικαίως, για την ίδια μας τη νόηση, τις σκέψεις μας που κι αυτές επίσης προσπαθούμε να αποικίσουμε, και συνεπώς, την ίδια μας τη γλώσσα που και αυτή φτωχαίνει ολοένα και περισσότερο. Εξίσου υποφέρει και η ψυχή μας. Η συνεχής απομείωση της γλώσσας μας δηλώνει από μόνη της τη συμφορά που μας βρήκε. Το κεφάλαιο έχει επενδύσει στο σώμα και το μυαλό μας, προσπαθεί να καταστρέψει το πρώτο προσποιούμενο ότι το προστατεύει και να διαφθείρει το δεύτερο κατά τα γούστα του. Αυτό ήταν το τελευταίο έδαφος για να κατακτηθεί και τα καταφέρνει θαυμάσια. Ποτέ δεν ήμασταν τόσο απαισιόδοξοι όσο σήμερα τη στιγμή μιας παγκόσμιας πανδημίας και των συνέπειών της στο επίπεδο της ασφάλειας, που δυσκολευόμαστε να αντιμετωπίσουμε σοβαρά. Συνειδητοποιούμε σε ποιο σημείο βρισκόμαστε μέσα σε ένα περιβάλλον που μας κάνει τόσο αδύναμους.  Η υποταγή βλάπτει και εξασθενεί με τρόπο συνεχή, αυτός είναι ένας από τους σκοπούς της. Εξαναγκασμένοι να ζούμε σ’ ένα κοπάδι, κινδυνεύουμε να αναμειχθούμε με αυτό. Οι ψυχές μας δεν είναι αιωνίως στεγανές. Εξαναγκασμένοι να ζούμε σ’ ένα περιβάλλον που είναι αμιγώς εχθρικό από κάθε άποψη, μπορεί να καταλήξουμε να το αποδεχτούμε, είτε, στη χειρότερη περίπτωση να το εκτιμούμε.

Ίσως να πρέπει λοιπόν, για να μην βουλιάξουμε τελείως και καταντήσουμε μαλάκες, να σκεφτούμε τη συνωμοσία στρατηγικά ως το διαθέσιμο μέσο προκειμένου να συνεχίσουμε να ζούμε. Είναι σίγουρο ότι παρ’ όλα αυτά, οι επιθυμίες μας, τα συναισθήματά μας, ο τρόπος που σχετιζόμαστε με τον κόσμο, μας επιτρέπει πάντα να αντιλαμβανόμαστε το φριχτό παρόν. Ωστόσο, μόνοι ενάντια σε όλα αυτά είμαστε ολοένα και περισσότερο παγιδευμένοι μέσα στον ίδιο μας τον εαυτό. Αυτοκαταστροφή. Και εξακολουθούμε να είμαστε ευάλωτοι. Την ώρα που σχεδόν τίποτα δε συμβαίνει ώστε ν’ αντισταθούμε στον παλιό κόσμο που δεν παύει, βρώμικα, να εισβάλλει στο σώμα και το μυαλό μας, θα πρέπει να βρούμε το στοιχειώδες θάρρος να ανακαλύψουμε ξανά τους εαυτούς μας στη χαρά των όντων που καταλαβαίνουν το ένα το άλλο, που επικοινωνούν και θα μάθουν ν’ αγαπιούνται για να ορθώσουν το ανάστημά τους.  Communismus der geister.* Την ώρα που καθημερινά αντιλαμβανόμαστε την απόλυτη ανημπόρια μας, αλλά κυρίως την ώρα που μας συγκροτούν οι μεταφυσικοί μας ακρωτηριασμοί, αυτό θα έχει τουλάχιστον το πλεονέκτημα να μας επιτρέψει να χτίσουμε αντιστάσεις μέσα από την παγίωση κοινών σκέψεων αντινομικών προς εκείνες της οικονομίας. Αυτό θα μας επιτρέψει να κερδίσουμε βάθος ώστε να αντιπαρατεθούμε και να αντισταθούμε εναντίον των εχθρών της ίδιας της καρδιάς και της ψυχής μας. Αυτό θα μας επιτρέψει να επιβεβαιώσουμε και να συγκροτήσουμε μια αλήθεια. Να ξεκινήσουμε από το μόνιμα κοινό αίσθημα απόρριψης, μίσους γι’ αυτόν τον κόσμο, προκειμένου να επιβεβαιώσουμε τις αλήθειες αυτού που εμείς επιθυμούμε. Φαίνεται προφανές, ωστόσο σ΄έναν κόσμο όπου τα πάντα πλέον είναι πληροφοριακά και σχετικά, το να βρούμε τη δύναμη και το ψυχικό σθένος να διακηρύξουμε «όχι, αυτό είναι ψευδές, διότι εγώ προτιμώ κάτι άλλο για αληθινό», μας γεμίζει με ευδαιμονία (και κομμουνισμό). Το σημερινό κομμουνιστικό αίτημα είναι βέβαιο ότι μας ενθαρρύνει να συνωμοτήσουμε για το μικρό, αν και ευγενές, καθήκον να σώσουμε τουλάχιστον την ψυχή μας. «Αυτό που πρόκειται να κάνουμε αναγκαστικά θα είναι ελάχιστο, αόρατο, πιθανόν γελοίο, αν όμως αρνηθούμε την πρόθεση να το πράξουμε, είναι προτιμότερο να μπούμε τώρα αμέσως στον τάφο ή να έχουμε το κουράγιο να παραδεχτούμε ότι περάσαμε στην πλευρά του αντιπάλου». (Μωρίς Μπλανσό)

*Κομμουνισμός των πνευμάτων, αναφορά σε αμφισβητούμενο, ανολοκλήρωτο, νεανικό έργο του Χαίλντερλιν.

Απόδοση στα ελληνικά Μάρτιος 2023

Τηλέμαχος Δουφεξής Αντωνόπουλος

Wu Ming: Συγχωρέστε με, είμαι μόνο ένας φρουτοσυλλέκτης

Στις Εκδόσεις των Συναδέλφων βρισκόμαστε σε αποκριάτικη διάθεση…

Το πρωτότυπο αναρτήθηκε στο Giap-digest # 25, 29 Φεβρουαρίου 2004

Απόδοση: Τηλέμαχος Δουφεξής Αντωνόπουλος

Ο Γιάνναρος επόθανε κι ήφησε διαθήκη
να μην τον θάψουν σ’ εκκλησιά μήτε σε μοναστήρι,
μονάχα να τον θάψουσι πάνω σε σταυροδρόμι
ν’ αφήσουν και την πούτσα του τρεις πιθαμές απάνω,
για να περνά ο βασιλιάς να δένει τ’ άλογό του.

Τρεις καλογριές τ’ ακούσασι και παν να τονε (δ)ούσι.
Η πρώτη φέρνει το κερί κι άλλη το λιβάνι,
κι η τρίτη ξεβρακώνεται να πα’ να κάτσει απάνω.

Αποκριάτικο Καρπάθου

Συγχωρέστε με, είμαι μόνο ένας φρουτοσυλλέκτης

Σημειώσεις πάνω στα Αρχίδια, τους Γαμιόληδες, τη Γλώσσα που χρησιμοποιήσαμε στον Εκκλησιαστή (Q) και τη Γλύκανση του Παρελθόντος.

των Wu Ming

(Παλαιότερα γνωστοί ως «Luther Blisset», συγγραφείς του μυθιστορήματος Εκκλησιαστής (Q))

Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δέκα μηνών, απ’ όταν το πρώτο μας μυθιστόρημα εκδόθηκε στα αγγλικά(*), ορισμένοι κριτικοί έχουν παραπονεθεί για την υποτιθέμενα «αναχρονιστική» γλώσσα που χρησιμοποιήσαμε στο βιβλίο.

Για να λέμε την αλήθεια, κάθε μυθιστόρημα που γράφεται στις μέρες μας ενώ διαδραματίζεται σ’ ένα αρκετά μακρινό παρελθόν οφείλει να είναι γραμμένο σε μια γλώσσα, λίγο πολύ, «αναχρονιστική», τουλάχιστον αν ο συγγραφέας θέλει ο κόσμος να το διαβάσει. Μπορείς να προσπαθήσεις να είσαι όσο το δυνατόν πιο «φιλολογικά σωστός», ωστόσο οφείλεις να θέσεις όρια προτού το βιβλίο γίνει αδιάβαστο.

Επιπλέον, εάν ήμασταν 100% συνεπείς, θα έπρεπε να είχαμε γράψει το μυθιστόρημα σε μια εναλλαγή εκκλησιαστικών λατινικών, «πίτζιν(**) λατινικών» και παλαιών γερμανικών διαλέκτων. Δεν ξέρουμε για τις ΗΠΑ, όπου οι άνθρωποι είναι εξυπνότεροι, αλλά, μεταξύ των αγαπητών συμπατριωτών μας που είναι χαζούληδες, κάτι τέτοιο δεν θα αποτελούσε δημοφιλή επιλογή. Στο μυθιστόρημα χρησιμοποιήσαμε μια πληθώρα από διαφορετικά μεταξύ τους ύφη. Η επιλογή μας αποσκοπούσε στην απόδοση του, όμοιου με φαράγγι, χάσματος μεταξύ της καθομιλουμένης γλώσσας και της μεγαλοπρέπειας του γραπτού ύφους. Προκειμένου να το αποδώσουμε στην μητρική μας γλώσσα, δανειστήκαμε κάποιες φορές το συντακτικό και το λεξιλόγιο των βορειοϊταλικών διαλέκτων. Ο Shaun Whiteside έχει κάνει πολύ καλή δουλειά μεταφράζοντας τόσο τις ζωηρές γραμμές όσο και τις πομπώδεις επιστολές. Ο ρυθμός της αγγλικής έκδοσης μας αρέσει ειλικρινά.

Εντούτοις, οι προαναφερθέντες κριτικοί δεν μιλούν γι’ αυτό. Μιλούν για την αθυροστομία. Μιλούν για την αισχρολογία. Αν και χρησιμοποιούν τον όρο «αναχρονισμοί», αυτό που πραγματικά εννοούν είναι οι άσεμνες εκφράσεις.

Υπήρχαν παράπονα αναφορικά με «τον πλούτο των f**k’s και των s**t’s» στο μυθιστόρημα. Έτσι ακριβώς. Ευτυχώς όμως, τέτοια παράπονα προέρχονται πάντοτε από τους κριτικούς, ποτέ από το κοινό.

Το μυθιστόρημα θα φτάσει στα αμερικανικά βιβλιοπωλεία τον ερχόμενο Μάιο. Το Publishers’ Weekly δημοσίευσε πρόσφατα μια προκαταρκτική κριτική (προφανώς βασισμένη στην ανάγνωση των τριάντα πρώτων σελίδων, πιθανόν και λιγότερων), η οποία αυτές τις μέρες καλωσορίζει τον κόσμο που επισκέπτεται τις σελίδες της Amazon και του Barnes & Noble για το βιβλίο. (Θα είναι σκληρή, δεν νομίζετε;)

Το σημείο-κλειδί αυτού του κειμένου είναι το εξής απόσπασμα:

Οι γλωσσικοί αναχρονισμοί αφθονούν καθ’ όλη την έκταση, ειδικά όταν τα γεγονότα εξιστορούνται από τον Μέτσγκερ και τη συντροφιά του («Ω ρε γαμώτο, παλιαλήτη! Τι στο διάολο! Με τρόμαξες, ουστ από δω!» «Ωχ! Σκατά, αυτός είναι ψόφιος…»).

Χμμ… Φαίνεται πως ήρθε η ώρα να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους αναφορικά με το θέμα των «αναχρονισμών».

Έχουν, αυτοί οι άνθρωποι, την παραμικρή ιδέα για τη γλώσσα που μιλούσαν οι πληβείοι στην Ευρώπη του 16ου αιώνα; Πιστεύουν ότι, σε εκείνες τις εποχές, οι κατώτερες τάξεις δεν θα χρησιμοποιούσαν «βρισιές» του 16ου αιώνα;

Ίσως νομίζουν ότι παρόμοιες λέξεις όπως «γαμώτο» ή «σκατά» εφευρέθηκαν τον εικοστό αιώνα. Οι άνθρωποι ανέκαθεν βλαστημούσαν και έβριζαν, το έκαναν σε όλες τις εποχές, αναφερόμενοι πάντα στον καταβολισμό, στο σκληρό σεξ και στα γεννητικά όργανα. Στις λατινογενείς γλώσσες (ιταλικά, γαλλικά, ισπανικά, πορτογαλικά, ρουμανικά κ.λπ.) χρησιμοποιούμε μέχρι σήμερα τις λατινικές λέξεις, π.χ. «merda» [σκατά] και «culum» [κώλος].

Όσον αφορά την ιστορία της ιταλικής γλώσσας, μια από τις πρώτες γραπτές προτάσεις στην Κοινή Λατινική (αρχαία ιταλικά) είναι η φράση «Fili de le pute traite» [Τραβήξτε, πουτάνας γιοι!], η οποία εμφανίζεται σε μια τοιχογραφία (fresco) του δωδέκατου αιώνα σε μια ρωμαϊκή εκκλησία.

Ο Εκκλησιαστής διαδραματίζεται στον 16ο αιώνα, σωστά; Λοιπόν, εκείνα τα χρόνια οι άνθρωποι όλων των τάξεων ήταν εξαιρετικά αθυρόστομοι.

Το 1525 –τη χρονιά της μάχης του Φρανκενχάουζεν με την οποία ξεκινάει το μυθιστόρημά μας– ένας ευγενής από τη Σιέννα, ονόματι Αντόνιο Βινιάλι, έγραψε ένα κείμενο με τίτλο La cazzaria [Το βιβλίο της ψωλής], ένα είδος φιλοσοφικού διαλόγου για το σεξ, τον σοδομισμό και τα πέη. Το κείμενο είναι γεμάτο με λέξεις όπως «cazzo» [καυλί], «potta» [μουνάκι], «culo» [κώλος], «fica» [μουνί], «scopare» [γαμήσι], «merda» [σκατά], «coglioni» [αρχίδια], «cacca» [κουράδα] και «inculare» [χώνω το καυλί στην κωλοτρυπίδα κάποιου]. Το κείμενο αυτό μεταφράστηκε άριστα από τον Ian F. Moulton και εκδόθηκε στις ΗΠΑ ως La Cazzaria. The Book of The Prick (σ.τ.μ. Το βιβλίο του πούτσου), Routledge, 2003.

Ένας από τους πλέον σημαντικούς Ιταλούς συγγραφείς και ποιητές του 16ου  αιώνα ήταν ο Πιέτρο Αρετίνο (1492-1556). Ακολουθεί μια (κατά προσέγγιση) μεταφρασμένη στροφή ενός από τα Sonetti lussuriosi [Ακόλαστα Σονέτα] του:

Τι υπέροχο καυλί είναι αυτό που νιώθω
Που τα όρια του μουνιού μου ξεχειλώνει
Εύχομαι ένα μουνί να ήμουνα ολάκερη
Και σίγουρα εύχομαι να ήσουν όλος ένας πούτσος.

Ακόμα ένα;

Αυτά μου τα σονέτα, τα γεμάτα με καυλιά
Που μιλάνε μοναχά για πούτσους, κώλους και μουνιά,
Όλα μοιάζουνε με σας, βρε πουτσοκέφαλοι!

Η αλανιάρικη, σχετική με το σεξ, βλάσφημη λογοτεχνία  που αντλεί από τη γλώσσα της πραγματικής ζωής ήταν ήδη πολύ συνηθισμένη στην Αρχαία Ρώμη, αρκεί να σκεφτεί κανείς τα διαβόητα Carmina Priapea [Τα Τραγούδια του Πρίαπου] (1ος αιώνας μ.Χ.). Ένα από τα ποιήματα είναι επακριβώς μια σάτιρα για το χάσμα μεταξύ λογοτεχνικής και καθημερινής γλώσσας:

Αν με ακούσετε να μιλάω σαν αδαής αγροίκος, συγχωρέστε με.

Δεν διαβάζω βιβλία, είμαι μόνο ένας φρουτοσυλλέκτης.

Ναι, είμαι τραχύς, αλλά ακούω τον αφέντη μου όταν διαβάζει,

Αποκαλεί την ψωλή «αχνιστό κεραυνό»

Τον «κώλο» αποκαλεί «θηκάρι»

Και ο σμερνταλέος πρέπει να είναι κάτι βρώμικο,

όπως το καυλί όταν το έχεις χώσει σε καποιανού τον κώλο.

Τα λογοπαίγνια εδώ είναι πολύ αστεία. Ο εργάτης του αγροκτήματος μπερδεύει τους ελληνικούς όρους με τις βωμολοχίες στα λατινικά. Π.χ. «Σμερνταλέος» είναι στα ελληνικά «τρομακτικός», αλλά ακούγεται σαν το «smerdatus», το οποίο στα λατινικά σημαίνει «διάστικτος με σκατά».

Κάτω από την περούκα, τα σκουλήκια: Μέχρι πρόσφατα, οι απλοί άνθρωποι ζούσαν –κυριολεκτικά– μέσα σε περιττώματα. Θα αφόδευαν σε χαντάκια ή σε γλάστρες των οποίων το περιεχόμενο πετούσαν στο δρόμο. Τη νύχτα θα ουρούσαν σε ένα καθοίκι που παρέμενε κάτω από το κρεβάτι μέχρι την ανατολή. Δεν θα έκαναν ποτέ μπάνιο. Όλοι τους βρωμούσαν και είχαν δύσοσμη αναπνοή.

Ακόμα και τον δέκατο όγδοο αιώνα οι αριστοκράτες έκαναν μπάνιο δύο φορές τον χρόνο. Επιστρέφοντας στον δέκατο έβδομο αιώνα, ο Λουδοβίκος ΙΔ’ ή αλλιώς ο Βασιλιάς Ήλιος έκανε μπάνιο δύο φορές σε όλη του τη ζωή!

Είναι απολύτως φυσιολογικό ότι η γλώσσα εκείνων των εποχών αποτύπωνε την καθολική, αναπόφευκτη παρουσία των αποτελεσμάτων των σωματικών λειτουργιών (κενώσεις της ουροδόχου κύστης και του εντέρου, εφίδρωση, κακή πέψη και σεξουαλική διέγερση). Η Εκκλησία ασκούσε καταστολή και έλεγχο στα σώματα, αλλά αυτού του είδους η καταστολή είναι σπάνια αποτελεσματική και συχνά έχει τα αντίθετα αποτελέσματα. Στις καθολικές χώρες, όπου κάποτε αλώνιζε η Ιερά Εξέταση, οι άνθρωποι είναι συνήθως αθυρόστομοι και η προφορική παράδοση είναι πολύ λάγνα.

Το 1525 δεν είχαμε γεννηθεί ακόμα, όμως στοιχηματίζουμε ότι κανείς, ΚΑΝΕΙΣ, δεν μιλούσε όπως συνηθίζουν να μιλούν οι χαρακτήρες των ιστορικών μυθιστορημάτων ή των ταινιών εποχής. Ίσως οι προσδοκίες των κριτικών για το πώς θα έπρεπε να ακούγεται η γλώσσα «εποχής» να εξαρτώνται υπερβολικά είτε από τη κουλτουριάρικη αστική λογοτεχνία είτε από το χολιγουντιανό σινεμά με μελοδραματικές ίντριγκες, ή ακόμα και από τα δύο μαζί.

Αυτό το είδος μυθοπλασίας βασίζεται συνήθως σε μια πολύ συγκεχυμένη ιδέα για το τι ακριβώς ήταν η «Παλαιά Ευρώπη».

Αυτό το είδος μυθοπλασίας είναι αρωματισμένο με αρχαϊσμούς και γλωσσικά κλισέ, προκειμένου να κάνει τη γλώσσα να ακούγεται «ευρωπαϊκή». Μια συνήθης στρατηγική είναι να γράφονται συνομιλίες που ξεχειλίζουν από μεγαλοπρεπή λόγια, ανεξάρτητα από την τάξη, τη φυλή και το φύλο του ομιλητή.

Αυτού του είδους η μυθοπλασία παρουσιάζει πρίγκιπες και πριγκίπισσες που είναι απαράλλαχτα υπέροχοι και καθαροί, ενώ στην πραγματικότητα οι άρχοντες είναι πιθανότερο να ήταν κακοσχηματισμένοι και άσχημοι (ως αποτέλεσμα ενδογαμικού ζευγαρώματος), και σίγουρα ανέδιδαν μυρωδιές που έκοβαν την ανάσα.

Εμείς δεν ενδιαφερόμαστε για αυτού του είδους τη γλύκανση.

Θα προτιμήσουμε να πάμε για «σμερνταλέα» λογοτεχνία.

Μπολώνια, Ιταλία, 29 Φεβρουαρίου 2004

(*) Ο Εκκλησιαστής (Q) γράφτηκε κάτω από το ψευδώνυμο «Luther Blisset» και εκδόθηκε στην Ιταλία το 1999. Η πρώτη αγγλόφωνη έκδοση ήταν η βρετανική (Heinemann, 2003 – σκληρόδετη). Τον Μάιο του 2004 θα εκδοθεί στις ΗΠΑ από την Harcourt και στο Ηνωμένο Βασίλειο σε μαλακό εξώφυλλο.

(**) Γλωσσική μορφή επικοινωνίας που προκύπτει από την παραφθορά μιας επίσημης γλώσσας.

Το γκροτέσκο στάδιο (η γλώσσα του νεοφιλελευθερισμού): Κείμενο της Λεσλί Καπλάν

Δημοσιεύτηκε στο μπλογκ της Λεσλί Καπλάν στις 5/11/2021

Πρόσφατα έπεσα πάνω σε μια φράση της υπουργού Βιομηχανίας, Agnès Pannier-Runacher. Μίλησε μπροστά σε ένα ακροατήριο επιχειρηματιών, στις 7 Οκτωβρίου, στην 7η συνάντηση της Bpifrance[1] και αυτό που της ήρθε στο μυαλό ήταν «η μαγεία του εργαστηρίου», όπου «δεν μπορείς να ξεχωρίσεις τον διευθυντή από τον εργάτη, τον μαθητευόμενο από τον άνθρωπο με τριάντα χρόνια εμπειρίας…». Το εργοστάσιο, γι’ αυτήν, «είναι η υπερηφάνεια της εργασίας […] γιατί όταν πηγαίνεις σε μια γραμμή παραγωγής, δεν είναι τιμωρία, είναι για τη χώρα σου, για τη μαγεία».

Στο μυαλό μας θα ξεπηδήσει η λέξη «γκροτέσκο».

Τι είναι γκροτέσκο; Το ψέμα; Και όχι μόνο αυτό. Το δηλωμένο ψέμα που κανείς δεν το πιστεύει, αλλά όλοι κάνουν ότι το πιστεύουν; Ίσως. Μια διαστρέβλωση της πραγματικότητας, σε κάθε περίπτωση. Και, πώς να το πω, μια έκκληση στη φαντασία.

Φανταζόμαστε μια σκηνή.

Ένας χαρακτήρας, η Agnès P., στην είσοδο ενός εργοστασίου, μοιράζοντας ένα φυλλάδιο, «το εργοστάσιο, αχ το εργοστάσιο, το καλύτερο εργοστάσιο, είναι το καλύτερο δυνατό εργοστάσιο, είναι βρώμικο; αχ όχι τόσο πολύ, είναι επικίνδυνο, αχ όχι τόσο πολύ, είναι επαναλαμβανόμενο, αχ λίγο, δεν πρέπει να ζητάς πολλά, είναι απάνθρωπο, αχ, ο άνθρωπος, ξέρεις, ο άνθρωπος φταίει για όλα… Αλλά είναι μαγικό…»

Ή, πάλι, η Agnès P. με ένα μεγάλο στυλό, γράφοντας στον τοίχο του εργοστασίου: «περάστε, περάστε, είναι μαγικό».

Μας θυμίζει μια άλλη επιγραφή στην είσοδο, όχι ενός εργοστασίου, αλλά εκεί όπου ήδη… Arbeit macht frei[2]

Το γκροτέσκο συνδέεται με τον τρόμο.

Επιπλέον, δείτε τον Γκόγια, τις «Τρέλες» του.

Υπάρχει ένα χαρακτικό με τίτλο «Τρέλα των ανόητων» το οποίο είναι πραγματικά τρομακτικό, γιγαντιαίο μέγεθος του «ανόητου», άδειο βλέμμα και ηλίθιο χαμόγελο, εισβάλλον σώμα που καταλαμβάνει όλο τον χώρο….

Αλλά ας παραμείνουμε ήρεμοι.

Η «μαγεία», η λάμψη της, τα φώτα της. Η λειτουργία της είναι να δημιουργεί ψευδαισθήσεις, να σβήνει τις διαφορές, την εμπειρία, την εμπειρία της πραγματικότητας και τις λεπτομέρειές της. Ακριβώς όπως η γλώσσα του νεοφιλελευθερισμού, του σημερινού καπιταλισμού, ένας αυτοκινητόδρομος, επίπεδος και λείος, που ξεδιπλώνει και ξεδιπλώνει, χωρίς ανωμαλίες, τη γλώσσα του «μάνατζμεντ».

Μιλάει για «βραχυπρόθεσμους, μεσοπρόθεσμους και μακροπρόθεσμους στόχους», «κόστος», «κέρδη» και «οργάνωση».

Σκεφτόμαστε με αυτές τις λέξεις.

Και εδώ είναι πάλι αυτός ο χαρακτήρας, η Agnès P., που ανεβαίνει σε μια θεατρική σκηνή και λέει: Πρέπει να είστε ευτυχισμένοι, είναι επιτακτική ανάγκη, και είστε υπεύθυνοι για την ευτυχία σας. Η ευτυχία είναι περισσότερα περισσότερα περισσότερα περισσότερα, περισσότερες δεξιότητες, περισσότερα χρήματα, περισσότερες γνώσεις (τουρισμός), περισσότερα πάντα. Πρέπει να είσαι καλός μάνατζερ, ο καλύτερος μάνατζερ. Το μοντέλο, στην προκειμένη περίπτωση η Agnès P., στροβιλίζεται, το μοντέλο είναι: αθλητικές επιδόσεις. Είναι στο χέρι σας να πετύχετε. Αν δεν πετύχετε, μην πάθετε κατάθλιψη, μην γίνετε loser[3], αλλά ξεκινήστε ξανά, μην τα παρατάτε, στοχεύστε στην κορυφή. Όπως είπε η Μάργκαρετ Θάτσερ, «Τα οικονομικά είναι η μέθοδος. Ο σκοπός είναι να αλλάξει η ψυχή». Η ψυχή, πολύ σημαντική. Πρόσβαση μέσω του αθλητισμού, των βιταμινών, της γιόγκα. Όλα είναι δυνατά, δεν υπάρχουν όρια. Ή αλλιώς, the sky is the limit[4]. Αλλά πρέπει να το θέλεις. Πρέπει.

Εδώ η Agnès P. σταματά, σκέφτεται, αναζητά τις κατάλληλες λέξεις.

Ατομική αυτονομία. Το άτομο μπορεί να είχε συκοφαντηθεί για ένα διάστημα, αλλά πρέπει να είμαστε σοβαροί, το εγώ είναι η βάση, το θεμέλιο. Η διαχείριση του εαυτού είναι το κλειδί για την κοινωνική ενσωμάτωση. Και το άλλο; Ποιο άλλο; Το μοντέλο είναι η εταιρεία. Οι μικρές επιχειρήσεις θα γίνουν μεγάλες. Ενέργεια.

Σιωπή.

Συνεχίζει.

Απόδοση σημαίνει ανταγωνιστικότητα. Δεν πρέπει να φοβόμαστε τον ανταγωνισμό. Ο ανταγωνισμός είναι υγιής. Είθε να κερδίσει ο καλύτερος άνθρωπος, είναι διεγερτικό. Ο ανταγωνισμός είναι για το γενικό καλό. Εξαλείφοντας τους κακούς, όχι, αλλά εξαλείφοντας το κακό, ναι. Όλοι μπορούν να συμφωνήσουν μόνο με αυτό το καθάρισμα από τα κάτω. Και οι διαφορές; Ποιες διαφορές; Είμαστε όλοι ίδιοι, και όλοι συμφωνούμε στο μοντέλο, έχει αποδειχθεί, το όμορφο, το σπουδαίο, το καθαρό, το λευκό, το μαύρο, το πλούσιο, το πολλαπλό, το παθιασμένο, το σοβαρό, το λογικό, το προφανές εν ολίγοις. Εξάλλου, μην διαφωνείτε, τα πάντα, απολύτως τα πάντα, μπορούν να αποτελέσουν μέρος του μοντέλου, αρκεί να είναι ενσωματωμένα. Ενσωματωμένα; Ναι, ενσωματωμένα σε αυτό στο σύστημα. Και πώς ξέρουμε ότι είναι μέσα; Έτσι είναι, το ξέρουμε, ξέρουμε ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση και το λαμβάνουμε υπόψη μας.

Σταματάει εκ νέου, κοιτάζει γύρω στο δωμάτιο και χαμογελάει.

Εξού και η σημασία, ας μείνουμε στα αγγλικά, της self help[5], να μην ξεχνάτε ποτέ ότι είστε αυτή η μικρή παρέα μόνοι σας· η χρησιμότητα των προπονητών· όλες οι τεχνικές είναι καλές, αρκεί να λειτουργούν, όπως και η πυγμαχία, ο χορός, η κολύμβηση και η βιολογική διατροφή, όπως και η ψυχοθεραπεία. Ο Φρόιντ· απλώς πρέπει να ξέρεις πώς να τον χρησιμοποιήσεις, η έννοια της κίνησης του θανάτου δεν ισχύει πραγματικά, αλλά ας μείνουμε θετικοί, το να ξέρεις ποιος είσαι είναι πολύ σημαντικό, καθοριστικό μάλιστα, και ο Φρόιντ μπορεί να μας βοηθήσει, ο μπαμπάς, η μαμά και όλα τα άλλα, από πού προερχόμαστε, έκανα μια μικρή θεραπεία, με βοήθησε πολύ, με ανακούφισε, θα έλεγα μάλιστα, βλέπεις από πού προέρχεται· τα προβλήματα, μπορείς να τα αλλάξεις.

Αλλά να είστε προσεκτικοί, για να ζήσετε καλά πρέπει να διευθύνετε καλά τη μικρή σας επιχείρηση, και να γνωρίζετε τους κανόνες, τους κανόνες της κοινωνικής ζωής, η παράβαση είναι παιδαριώδης και τρελή, κανείς δεν το θέλει αυτό. Εξάλλου, ο πρόεδρος Σαρκοζί μίλησε για «επικίνδυνο σχιζοφρενή» και δεν μπορούμε παρά να συμφωνήσουμε μαζί του. Η τρέλα ως πηγή δημιουργίας είναι μια ιδέα των διανοουμένων. Είναι καλύτερα να είσαι πλούσιος και υγιής παρά φτωχός και άρρωστος, αυτό είναι σίγουρο, τα κλισέ έχουν τα καλά τους σημεία, μας υπενθυμίζουν την αλήθεια.

Η Agnès P. φαίνεται τώρα σοβαρή.

Και έτσι αναπτύσσεται το άτομο, αυτό που φροντίζει για την προσωπική του ανάπτυξη. Η προσωπική ανάπτυξη είναι συνάρτηση του φύλου, της ηλικίας, του επαγγέλματος, του εισοδήματος, των σεξουαλικών και άλλων προτιμήσεων. Οι κατηγορίες αυτές είναι επιστημονικές, προέρχονται κατευθείαν από την αγορά. Βασικά, η προσωπική ανάπτυξη είναι η ανάπτυξη της αγοράς μέσα στο κεφάλι του ατόμου. Και αυτό που υπαγορεύει τον κανόνα είναι αυτό που πουλάει ή θα μπορούσε να πουλήσει, αυτό που λειτουργεί ή θα μπορούσε να λειτουργήσει, αυτό που παίρνει, όπως λέμε, ή θα μπορούσε να πάρει. Είναι ένα αντικειμενικό πρότυπο, δεν έχουμε βρει ποτέ καλύτερο. Το άτομο πρέπει να ακολουθεί, αλλά να έχει πρωτοβουλία, να προσαρμόζεται, η αγορά κινείται, πρέπει να είσαι σταθερός, να αντιστέκεσαι, να είσαι πάντα έτοιμος, να ανεβαίνεις όλες τις πλαγιές, να έχεις πάντα στο μυαλό σου να κερδίσεις, να κερδίσεις, να κερδίσεις… Πρέπει να πετύχεις, και η επιτυχία είναι ορατή, η τηλεόραση το δείχνει.

Η Agnès P. σταματάει, είναι λίγο λαχανιασμένη, χαμογελάει και υποκλίνεται. Ένα μεγάλο χριστουγεννιάτικο δέντρο εμφανίζεται στη σκηνή και αρχίζει να το στολίζει.


[1] Banque Publique d’Investissement – Δημόσια Τράπεζα Επενδύσεων.

[2] Η εργασία απελευθερώνει. Επιγραφή στην είσοδο του Άουσβιτς.

[3] Αποτυχημένος. Αγγλικά στο πρωτότυπο.

[4] Ο ουρανός είναι το όριο. Αγγλικά στο πρωτότυπο.

[5] Αυτοβοήθεια. Αγγλικά στο πρωτότυπο.


Από τις Εκδόσεις των Συναδέλφων κυκλοφορεί το βιβλίο της Λεσλί Καπλάν, Αναταραχή. Κομμένη η μαλακία!

Επιστημονική φαντασία και σοσιαλισμός: Proletkult, η πολιτιστική μάχη

από τον Nicolás Román

πρωτότυπο κείμενο https://www.revistarosa.cl/2021/03/22/ciencia-ficcion-y-socialismo

Η ατάκα αποτυπώνει ακριβώς αυτό που εννοώ με τον καπιταλιστικό ρεαλισμό: την ευρέως διαδεδομένη ιδέα ότι ο καπιταλισμός δεν είναι μόνο το μοναδικό βιώσιμο οικονομικό σύστημα, αλλά ότι είναι αδύνατο ακόμη και να φανταστούμε μια εναλλακτική λύση σε αυτόν.

Mark Fisher[1]

Η πολιτιστική μάχη ήταν μέρος της ταξικής πάλης, όπως οι απεργίες των εργατών και η αυτοδιαχείριση των εργοστασίων.

Wu Ming[2]

Για την πολιτιστική φαντασία του ύστερου καπιταλισμού, είναι ευκολότερο να φανταστεί κανείς το τέλος του κόσμου παρά το τέλος του καπιταλισμού – αυτό το κλείσιμο του μέλλοντος με τα λόγια του Τζέιμσον ή του Ζίζεκ το υιοθετεί ο Μαρκ Φίσερ στον καπιταλιστικό ρεαλισμό του: ζούμε σε έναν κλειστό και μονοδιάστατο κόσμο, σε μια πιο ριζοσπαστική εκδοχή από αυτή που φαντάστηκε ο Μαρκούζε τη δεκαετία του ’60, έναν ολοκληρωτισμό που σήμερα εντείνεται με μια αυταρχική εκδοχή του νεοφιλελευθερισμού. Ο φουτουρισμός έρχεται πάνω μας με το βάρος μιας κατάθλιψης, με μια συνοδεία μαξιμαλιστικών δυστοπιών φιλελεύθερης, αυταρχικής ή φονταμενταλιστικής φύσης, με μια καταθλιπτική παραγωγή σε διάφορες μορφές: σειρές, βιντεοπαιχνίδια και μυθιστορήματα, όπου η επιστημονική φαντασία μας δείχνει την αποτυχία της τεχνολογίας και της πολιτικής να επιλύσουν τις αντιφάσεις της κοινωνίας μας.

Το Προλετκούλτ, το τελευταίο μυθιστόρημα της ιταλικής κολεκτίβας Wu Ming, αντισταθμίζει αυτή την πικρή θλίψη ενός κόσμου χωρίς μέλλον, που γεννά η σύγχρονη επιστημονική φαντασία. Το μυθιστόρημα αφηγείται τη ζωή του Αλεξάντρ Μπογκντάνοφ, μπολσεβίκου, γιατρού, συγγραφέα επιστημονικής φαντασίας και αριστερού αποστάτη στα πρώτα χρόνια της σοβιετικής εξουσίας. Η ζωή του κομμουνιστή συγγραφέα και επιστήμονα είναι η πλοκή που χρησιμοποιούν οι Wu Ming για να μας μεταφέρουν στις πρώτες δεκαετίες της ΕΣΣΔ και στο έργο του Ο κόκκινος πλανήτης. Τι περιέχει το Προλετκούλτ; Μπαρούτι, διαστημόπλοια, εξόριστους και το πορτρέτο της καθημερινής ζωής στον σοσιαλισμό, κατά τα δύο πρώτα χρόνια της ύπαρξης της επανάστασης. Οι Wu Ming δεν επιλέγουν μια γκρίζα, καταθλιπτική δυστοπία, αλλά μας τοποθετούν στο πλαίσιο του σοσιαλιστικού θριάμβου, με μια γραφή γεμάτη διακειμενικότητα, μαρξιστική πολιτική και συζητήσεις για την εξουσία και την επανάσταση. Το κρίσιμο στοιχείο της: επιστημονική φαντασία, σοσιαλισμός, τέχνη και προλεταριακή κουλτούρα.

Το υπόβαθρο του Προλετκούλτ είναι πολύπλευρο, εμπνευσμένο από τον Μπογκντάνοφ και τον Κόκκινο πλανήτη (1908), στο οποίο προστίθενται αναπόφευκτα οι χαρακτήρες του επαναστατικού θριάμβου: ο Λένιν, η Κρούπσκαγια, η Κολοντάι, ο Λουνατσάρσκι, οι βόμβες, το χιόνι και ο σοσιαλισμός. Το μυθιστόρημα ανακτά το κόκκινο νήμα της λογοτεχνίας, όπου το ερώτημα δεν αφορά το τέλος του κόσμου, αλλά το τέλος του καπιταλισμού και της ταξικής κοινωνίας. Τα ενδιαφέροντα σημεία της είναι ποικίλα, με τις ποικίλες υπαγωγές και τους παράλληλους κόσμους τους. Η αφήγηση του Προλετκούλτ σε ορισμένα σημεία μοιάζει με το Ημερολόγιο Μόσχας του Βάλτερ Μπένγιαμιν, όπου ο κριτικός περιπλανιέται στη μητρόπολη της Μόσχας ανάμεσα σε σαμοβάρια, θέατρα, τραμ και παλιά καταστήματα. Αυτός ο πιθανός κόσμος, ο σοσιαλισμός, είναι ένα ελκυστικό σημείο της αφήγησης των Wu Ming, προσθέτοντας το υπόβαθρο επιστημονικής φαντασίας και τη σοσιαλιστική πολιτική στο μυθιστόρημα.

Ενδεχομένως, το ζήτημα ενός άλλου πιθανού κόσμου δεν υπήρχε για τους στρατιώτες και τους εργάτες του Σοβιέτ της Αγίας Πετρούπολης, στην αρχή του ρωσικού επαναστατικού κύκλου. Ο στρατός και η πλέμπα, που λιμοκτονούσαν από τον τσαρισμό, δύσκολα μπορούσαν να φανταστούν τη σοσιαλιστική πατρίδα, την κολεκτιβοποίηση της γης και την πτώση των Ρομανόφ. Ωστόσο, η αποθάρρυνση δεν ήταν τέτοια, ο Κόκκινος πλανήτης (που γράφτηκε το 1908 και τον οποίο συνέχισαν οι Wu Ming στην πλοκή του Προλετκούλτ) ενθαρρύνεται να δημιουργήσει μια σοσιαλιστική επιστημονική φαντασία όπου το ζήτημα δεν είναι η καταστροφή του πλανήτη αλλά η καταστροφή του κεφαλαίου και η φαντασία ενός διαπλανητικού σοσιαλισμού.

Αν και το τελευταίο έργο των Wu Ming δεν είναι ούτε μια αφελής προσέγγιση των προβλέψεων της σοβιετικής εκβιομηχάνισης ούτε ένας πανηγυρικός στον μαρξισμό-λενινισμό –το αντίθετο–, δείχνει το φως και τις σκιές των αμείλικτων συζητήσεών του σε έναν ποικιλόμορφο, συγκρουσιακό και αντιφατικό κόσμο στα πρόθυρα διώξεων και εκκαθαρίσεων. Σε αυτή την εικόνα, ο Μπογκντάνοφ είναι το αστέρι σε εκείνη την κόκκινη αυγή, ένας ανθολογικός χαρακτήρας, ο Μπογκντάνοφ από σάρκα και οστά –η έμπνευση για τον μυθιστορηματικό σωσία του– χωρίς να επαναπαύεται με τη συγγραφή του Κόκκινου πλανήτη, ήταν ο δημιουργός του Proletkult, μιας βασικής οργάνωσης του καλλιτεχνικού δικτύου της Σοβιετικής Ένωσης για τη δημιουργία και την προώθηση του προλεταριακού πολιτισμού, αν και σύντομα η οργάνωση αυτή προκάλεσε τις υποψίες του κόμματος και το δίκτυο αποχρηματοδοτήθηκε και απορροφήθηκε από την κρατική γραμμή: τα πάντα μέσα στο κόμμα, τίποτα έξω από το κόμμα. Η προϋπόθεση του Proletkult ήταν να δημιουργήσει έναν προλεταριακό και σοσιαλιστικό πολιτισμό (όπως λέει ο Ντουρούτι, εμείς οι εργάτες έχουμε έναν νέο κόσμο στις καρδιές μας), το Proletkult ήταν μια έκφραση αυτού του αμαλγάματος των καλλιτεχνικών και πολιτιστικών εμπειριών σε όλη την πατρίδα των εργατών, μια οργάνωση για την πολιτιστική μάχη ενάντια στον αστικό πολιτισμό και τα απομεινάρια της παλιάς αυτοκρατορικής κοινωνίας. Οι χαρακτήρες του μυθιστορήματος Προλετκούλτ εκπλήσσονται από την προσγείωση της Λένι, η οποία προέρχεται από έναν επαναστατικό πλανήτη, όπου αναρωτιούνται για τον διαπλανητικό σοσιαλισμό. Ο γαλαξιακός σοσιαλισμός είναι η πλοκή του μυθιστορήματος και μας μεταφέρει ανάμεσα σε ταξίδια και συνθήματα που περιγράφουν την τεταμένη ατμόσφαιρα της δεκαετίας του 1930 πριν από την αφύπνιση του καφέ θηρίου και την κορύφωση του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Το Προλετκούλτ φαντάζεται το μέλλον και άλλους πιθανούς κόσμους σε έναν επαναστατικό ορίζοντα που δεν είναι απαλλαγμένος από αντιφάσεις. Η γραφή των Wu Ming στοχεύει ευθέως στην πολιτιστική μάχη σε έναν σπασμωδικό κόσμο εν μέσω της πανδημίας Covid-19 και των διαφόρων ρωγμών στην παγκόσμια νεοφιλελεύθερη διακυβέρνηση. Το επιχείρημά τους δεν είναι μια ώθηση στην καρδιά αυτής της κρίσης, αλλά χρησιμεύει για να αναζωπυρώσει τη φωτιά του πολιτισμού ως ορίζοντα ριζικού κοινωνικού μετασχηματισμού, όπως το θέτουν οι χαρακτήρες του μυθιστορήματος:

Η τέχνη δεν είναι κάτι διακοσμητικό. Όπως η επιστήμη, χρειάζεται για να οργανώνει τις εμπειρίες. Αλλά η διαφορά από την επιστήμη είναι ότι δεν χρησιμοποιεί αφηρημένες έννοιες. Χρησιμοποιεί ζωντανές εικόνες. Η κολεκτιβιστική τέχνη αποκαλύπτει τα συνδετικά στοιχεία του κόσμου, που η ατομιστική τέχνη δεν βλέπει. Εξυμνεί τη συνένωση ενάντια στην καταστροφή.


[1] Mark Fisher, Capitalist Realism: No Alternative, (Buenos Aires: Caja negra, 2016). Ελληνική έκδοση, Καπιταλιστικός Ρεαλισμός. Υπάρχει άραγε εναλλακτική;, Futura, Αθήνα 2015.

[2] https://ctxt.es/es/20201001/Culturas/33633/culto-individuo-wu-ming-entrevusta-bernardo-gutierrez.htm


Αγοράστε το Προλετκούλτ με ένα κλικ εδώ.

Γκιγιόμ Φαμπουρέλ: Πρέπει να βάλουμε τέλος στο μητροπολιτικό είδος

Συνέντευξη στο περιοδικό Géographies en Mouvement και στον Ρενό Ντιτέρμ

Στο τελευταίο του βιβλίο, Να τελειώνουμε με τις μεγαλουπόλεις, ο Γκιγιόμ Φαμπουρέλ επιτίθεται στις μητροπόλεις. Ανάμεσα στην οικολογική καταστροφή και τη απαλλοτρίωση της πολιτικής από την εξουσία, ο γεωγράφος συζητά τις κύριες επικρίσεις που ασκεί στις μεγαλουπόλεις και τις λύσεις που πιστεύει ότι είναι απαραίτητες.

Géographies en mouvement – Οι τίτλοι των δύο τελευταίων βιβλίων σας (Pour en finir avec les grandes villes, 2020, και Les Métropoles barbares, 2019) είναι τουλάχιστον σαφείς. Για ποιο πράγμα κατηγορείτε τις μεγάλες πόλεις;

Guillaume Faburel – Υπάρχουν προφανώς τα κοινωνιολογικά δεινά που αρχίζουν να γίνονται αρκετά γνωστά, όπως ο εξευγενισμός και ο διαχωρισμός, αλλά πάνω απ’ όλα η έξωση των φτωχότερων. Υπάρχουν όμως και τρία άλλα είδη προβλημάτων που είναι λιγότερο γνωστά και συνδέονται στενά μεταξύ τους.

Πρώτον, οι μεγάλες πόλεις ολοένα και περισσότερο κάνουν τους χώρους διαβίωσης τεχνητούς και, ακόμη περισσότερο, το σύνολο των εδαφών που τις τροφοδοτούν (πράγμα καταστροφικό από οικολογική άποψη και μόνο).

Αυτό προκαλεί (και αυτό είναι το δεύτερο πρόβλημα) μια αποστείρωση της ύπαρξής μας και των αστικών μας εμπειριών, οι οποίες βιώνονται όλο και πιο άσχημα. Αισθήματα ατελείωτης επιτάχυνσης και ακατάπαυστης διέγερσης, αισθήματα ασφυξίας και κορεσμού, σε σημείο να υπάρχει μια αυξανόμενη ανθρωπολογική απόρριψη ορισμένων αστικών τρόπων ζωής.

Τέλος, για να χωρέσουμε όλοι μαζί σε ένα μέρος με τα οικολογικά και ανθρωπολογικά αποτελέσματα που αναφέρθηκαν, πρέπει τελικά να στερηθούμε την άμεση ικανότητά μας για δράση. Εκχωρούμε τη δύναμή μας σε πολιτικές και θεσμικές δυνάμεις. Χάνουμε την ικανότητά μας να διαμορφώνουμε τον ζωτικό μας χώρο.  Πέρα από έναν διαχειριστικό περιβαλλοντισμό ή μια τιμωρητική οικολογία, οι πόλεις μάς κάνουν να χάνουμε την οικολογική μας αυτονομία. Μέσω του οικισμού και της πυκνότητάς τους, οι μητροπόλεις κυβερνούν όλο και περισσότερο τα σώματά μας και αυξάνουν τις βιοδυνάμεις τους, στερώντας μας από τη δική μας δύναμη. Επομένως, οι αστικές δημοκρατίες δεν είναι καθόλου δημοκρατικές. Η μητροπολιτικοποίηση του κόσμου είναι ένα θεμελιωδώς πολιτικό πρόβλημα.

Συνέχεια

Νταν Γεωργακάς: Προλεταριακός κεραυνός

του Κωστή Καρπόζηλου

Συνδέθηκα σε έναν λογαριασμό ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που δεν χρησιμοποιούσα εδώ και χρόνια και το βρήκα. Είκοσι χρόνια πριν, το 2002, ήμουν μεταπτυχιακός φοιτητής στη Θεσσαλονίκη και μόλις είχα ανακαλύψει μερικά φύλλα του Εμπρός, της εφημερίδας που εξέδιδαν οι Ελληνοαμερικανοί κομμουνιστές τη δεκαετία του 1930. Οι γνώσεις μου για την αμερικανική Αριστερά ήταν εξαιρετικά περιορισμένες, αλλά είχα την περιέργεια να μάθω περισσότερα. Ήταν μια παράξενη στιγμή· οι ΗΠΑ είχαν μόλις ξεκινήσει τον Πόλεμο κατά της Τρομοκρατίας και ο ριζοσπαστικός κόσμος στον οποίο είχα δραστηριοποιηθεί ήταν σταθερά αντιαμερικανικός. Κοιτάζοντας πίσω, νομίζω ότι το αρχικό μου ενδιαφέρον για το Εμπρός αντανακλούσε μια ασυνείδητη προσπάθεια να αμφισβητήσω τις δικές μου βεβαιότητες. Ενθαρρυμένος από τον Γιώργο Καλογερά, έστειλα ένα email στον Νταν Γεωργακά. Σε αντίθεση με τα ελληνικά ακαδημαϊκά πρότυπα –όπου συχνά οι ιεραρχίες μεταφράζονται σε αλαζονεία– απάντησε με ενθουσιασμό. Με ενθάρρυνε να ασχοληθώ περαιτέρω με το θέμα – κάτι που έκανα τα επόμενα χρόνια.

Ο Νταν ήταν γεμάτος πάθος και ενέργεια, και του χρωστάω πολλά. Από την πρώτη μας συνάντηση το 2003 στη Θεσσαλονίκη (όταν ήταν προσκεκλημένος ομιλητής στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου) κρατήσαμε επαφή και όταν άρχισα να επισκέπτομαι τις Ηνωμένες Πολιτείες συναντηθήκαμε αρκετές φορές. Με σύστησε σε ανθρώπους (όπως στην περίπτωση της ζεστής ατμόσφαιρας που περιβάλλει το Journal of the Hellenic Diaspora), με βοήθησε να εντοπίσω πηγές (ένας φίλος του μετέφερε ένα αρχείο της δεκαετίας του 1930 στο πορτμπαγκάζ του ταξί του), καθίσαμε σε πάνελ ριζοσπαστικών φόρουμ (με τον Έρικ Πούλο στο Brecht Forum), συζητήσαμε και αντιπαρατεθήκαμε τρώγοντας και πίνοντας αναψυκτικά. Ο Νταν ήταν μοναδικός. Και αυτό που τον έκανε μοναδικό στα μάτια μου ήταν το πώς ενσάρκωνε διαφορετικές ριζοσπαστικές παραδόσεις σε μια υβριδική πολιτική ταυτότητα που ξέφευγε και αμφισβητούσε τις απλοϊκές ταξινομήσεις. Ο Νταν πολιτικοποιήθηκε σε μια εποχή που η παλιά εθνοτική Αριστερά βρισκόταν σε βαθιά κρίση υπό την επίδραση του Ψυχρού Πολέμου. Το δικό του μονοπάτι για μια ριζοσπαστική πολιτική δεν είχε καμία σχέση με αυτή την παράδοση. Συμμετείχε σε ένα νέο και δυναμικό τοπίο που συνδύαζε την άμεση δράση της εργατικής τάξης, τον πολιτιστικό πειραματισμό και τις δυναμικές μορφές διαμαρτυρίας.

Αυτός, νομίζω, ήταν ο κόσμος του Νταν μέχρι το 1967. Η ελληνική στρατιωτική δικτατορία αποδείχθηκε κομβική στιγμή. Η Ελλάδα γινόταν ένα παγκόσμιο σημείο ενδιαφέροντος για τη Νέα Αριστερά, καθώς αποτελούσε παράδειγμα των συνεπειών της ψυχροπολεμικής λογικής, παρείχε χώρο για ιστορικές αναλογίες γύρω από την έννοια της «Δημοκρατίας» και μια ελκυστική μελέτη περίπτωσης για την εναντίωση στον ιμπεριαλισμό και την αποικιοκρατία. Για τον Νταν, ο αγώνας κατά της ελληνικής χούντας έγινε το σημείο εισόδου για την αναπλαισίωση της ελληνικότητάς του. Ήρθε σε επαφή με έναν κόσμο που είχε ελάχιστα κοινά με την αμερικανική Νέα Αριστερά: την κληρονομιά της δεκαετίας του 1940, τη φαντασίωση του αιώνια αντιστεκόμενου έθνους απέναντι στους καταπιεστές του, την τραυματική ιστορία μιας Αριστεράς που πολέμησε, κρατώντας όπλα, και έχασε μια αποφασιστική μάχη. Ο Νταν Γεωργακάς ήταν ένας από τους ελάχιστους που μπόρεσαν να ανοίξουν ένα διάλογο ανάμεσα σε αυτούς τους δύο κόσμους. Η φρενήρης δραστηριότητά του (από μια απεργία πείνας και μαχητικές διαμαρτυρίες μέχρι μεταφράσεις, εράνους και οργανωτικές επιτροπές) αντανακλά μια σχεδόν μοναδική ευελιξία, η οποία παρήγαγε μια συναρπαστική διαδρομή.

Όταν γνώρισα τον Νταν, η χούντα ήταν ένα μακρινό παρελθόν για τη γενιά μου. Σημαντική για τις πολιτικές μας δεσμεύσεις, αλλά όχι καθοριστική. Εντυπωσιάστηκα από τον αντίκτυπο που είχε πάνω του. Για να είμαι πιο ακριβής, συχνά προβληματιζόμουν από το πόσο βαθιά εμπλεκόταν στα ελληνικά «εθνικά ζητήματα» χρησιμοποιώντας μια ξεκάθαρη διάκριση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Νομίζω ότι οι ρίζες αυτής της προοπτικής πρέπει να εντοπιστούν στον αντίκτυπο των τραυματικών γεγονότων του 1974, όταν η τουρκική εισβολή στην Κύπρο οδήγησε στην πτώση της χούντας. Το γεγονός αυτό αποτέλεσε το εφαλτήριο για τα μετέπειτα έργα του για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και τη συμμετοχή του σε προσπάθειες όπως το American Journal of Contemporary Hellenic Issues. Αφήνοντας στην άκρη άλλα ζητήματα, η επιλογή του να αγκαλιάσει και να υπερασπιστεί την κυρίαρχη εθνική αφήγηση για τις εξωτερικές υποθέσεις, επέτρεψε στον Νταν να προωθήσει, στρατηγικά, την ενσωμάτωση της –μέχρι τότε– περιθωριοποιημένης κοινωνικής ιστορίας των Ελληνοαμερικανών στον θεσμοθετημένο ελληνοαμερικανικό κόσμο. Είναι μια στρατηγική με την οποία διαφωνώ, αλλά τη σέβομαι.

Θα θυμάμαι πάντα τον Νταν με τη γροθιά του υψωμένη να λέει «ο προλεταριακός κεραυνός», ενώ έδινε ζωή σε κάποια ιστορία από τη δεκαετία του 1930. Η γροθιά του ήταν υψωμένη με τον τρόπο κάποιου που το έχει ξανακάνει αυτό στη ζωή του· ο Νταν ήταν ένας μαχητής, ένας ακτιβιστής, ένας άνθρωπος με σφιγμένη γροθιά ενάντια στην καταπίεση και την ανισότητα. Ταυτόχρονα, ενώ ύψωνε τη γροθιά του, χαμογελούσε. Όχι με ειρωνικό τρόπο. Ακριβώς το αντίθετο. Το έργο του ήταν αφιερωμένο στη διατήρηση της φωνής εκείνων που δεν είχαν φωνή, στις αόρατες ιστορίες της εργατικής τάξης που διαμόρφωσαν τις Ηνωμένες Πολιτείες, στον χαμένο κόσμο των ριζοσπαστών και των επαναστατών. Το χαμόγελό του αντανακλούσε ευαισθησία: για τις αντιφάσεις των ατομικών και συλλογικών μας προσπαθειών, για τη διάψευση που πάει χέρι-χέρι με τη χειραφέτηση, για τα όρια ακόμη και των πιο μοναδικών ανθρώπινων κεραυνών ανάμεσά μας.


Ο Κωστής Καρπόζηλος είναι ιστορικός και διευθυντής των Αρχείων Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (ΑΣΚΙ). Είναι ο σεναριογράφος του ντοκιμαντέρ Ταξισυνειδησία: η άγνωστη ιστορία του ελληνοαμερικανικού ριζοσπαστισμού (2013), συγγραφέας του βιβλίου Κόκκινη Αμερική: Έλληνες μετανάστες και το όραμα ενός Νέου Κόσμου, 1900-1950 (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης 2017 – υπό έκδοση στα αγγλικά, Berghahn Books) και συν-συγγραφέας (με τον Δημήτρη Χριστόπουλο) ενός βιβλίου για το Μακεδονικό Ζήτημα (10+1 ερωτήσεις και απαντήσεις για το Μακεδονικό Ζήτημα, Πόλις 2018). Επί του παρόντος εργάζεται πάνω σε μια διεθνική ιστορία του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος.

Πρωτότυπο άρθρο: https://ergon.scienzine.com/article/essays/dan-georgakas-radical-thunderbolt?fbclid=IwAR2ZL2u2AKgmBVjN1NodPQ0bWucCgsDl_iKi6MTQzQ-5N4BBFIopFfU2eZA

Το βιβλίο του Νταν Γεωργακά, Το δικό μου Ντιτρόιτ, κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις των Συναδέλφων. Αγοράστε το με ένα κλικ εδώ.